• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
to date adv (up to now)ως τώρα, μέχρι σήμερα, μέχρι στιγμής φρ ως επίρ
 To date, I haven't heard anything new about the situation.
 To date, we have not received your payment.
 Μέχρι στιγμής δεν έχω ακούσει κάτι καινούριο για την κατάσταση. //Μέχρι στιγμής δεν έχουμε λάβει την πληρωμή σας.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
ΑγγλικάΕλληνικά
date back to [sth] vi phrasal + prep (exist since) (υλικό αντικείμενο)χρονολογούμαι από ρ αμ + πρόθ
  χρονολογούμαι από την εποχή του περίφρ
  (κάτι άυλο)κρατάω από, υπάρχω από ρ αμ + πρόθ
  βαστάω από, βαστώ από ρ αμ + πρόθ
 The fossils dated back to the Precambrian eon.
 Τα απολιθώματα χρονολογούνται από το Προκάμβριο.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
bring [sb] up to date v expr (give [sb] the most recent information)ενημερώνω ρ μ
 Alice brought me up to date with all her news.
keep [sb] up to date v expr (inform regularly) (για κάτι, σχετικά με κάτι)κρατάω κπ ενήμερο περίφρ
  ενημερώνω ρ μ
 We'll keep you up to date with the latest business news.
keep [sth] up to date v expr (update)διατηρώ κτ ενημερωμένο περίφρ
 It's important to keep your business website up to date.
 Είναι σημαντικό να διατηρείτε ενημερωμένο τον ιστότοπο της επιχείρησής σας.
keep up to date v expr (stay informed) (για κάτι, σχετικά με κάτι)ενημερώνομαι ρ μ
  είμαι ενήμερος, μένω ενήμερος, κρατιέμαι ενήμερος ρ έκφρ
 I read Vogue magazine to keep up to date with all the latest fashions.
up to date,
up-to-date
adj
(current, modern)ενημερωμένος μτχ πρκ
Σχόλιο: Hyphens are used when the adjective precedes the noun
 Is your operating system up to date?
 Είναι ενημερωμένο το λειτουργικό σου σύστημα;
up to date,
up-to-date
adj
(person: informed)ενημερωμένος μτχ πρκ
  που ξέρει τα τελευταία νέα περίφρ
 Jen was always up to date on her celebrity gossip.
 Η Τζεν ήταν πάντα ενημερωμένη για τα κουτσομπολιά των διασήμων.
year to date n (from start of year to now)τρέχουσα χρονιά επίθ + ουσ θηλ
  τρέχον έτος επίθ + ουσ ουδ
  από την αρχή του χρόνου φρ ως επίρ
 Our income has fallen during the year to date. How much tax have you already paid in the year to date?
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'to date' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση to date στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «to date».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!